Ἡ Παιδαγωγικὴ Διάσταση τῆς Θεολογίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ
Ἡ Παιδαγωγικὴ Διάσταση τῆς Θεολογίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ
Ο Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (14ος αἰ.) ἀναδείχθηκε μία ἐκ τῶν κορυφαίων μορφῶν τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας, γνωστὸς γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τοῦ ἡσυχασμοῦ καὶ τὴν διδασκαλία τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν. Μέσα ἀπὸ τοὺς λόγους καὶ τὰ συγγράμματά του – ὡς μαρτυροῦν καὶ οἱ δύο τόμοι τῶν ἔργων του – ἀναδεικνύεται μιὰ συνεκτική παιδαγωγικὴ θεώρηση ποὺ στοχεύει στὴν μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ θεολογία τοῦ Παλαμᾶ δὲν εἶναι ἀπλῶς θεωρητικὴ ἤ δογματικὴ ἐνασχόληση, ἀλλὰ ἔχει βαθὺ παιδαγωγικὸ χαρακτῆρα: ὑποδεικνύει τὸν τρόπο νὰ ἀναχθῇ ὁ ἄνθρωπος ἀπό λανθασμένες ἐπιλογὲς καὶ κακὲς συμπεριφορὲς πρὸς θετικήν στάση ζωῆς, ζῆσαί τε «ἐν Χριστῷ». Στὴν παρούσα μελέτη ἐξετάζονται ἕξις κύριες πτυχὲς τῆς παλαμικῆς παιδαγωγικῆς: ὁ ρόλος τῆς ἐμπειρίας καὶ τῆς θεογνωσίας, ἡ ἀποδοχὴ τῆς θείας χάριτος γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ ἀνακαίνιση, ἡ ἀπόρριψη τῆς κοσμικῆς παιδείας ὅταν αὐτὴ ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν ἀρετὴ, ἡ προτεραιότητα τῆς πράξεως καὶ τῆς ἡσυχαστικῆς ἐμπειρίας ἔναντι τῆς διανοητικῆς γνώσεως, καθὼς καὶ ἡ πρακτικὴ ἐφαρμογὴ αὐτῆς τῆς θεολογικῆς παιδαγωγικῆς στὴν κοινωνία.
Ἐμπειρία καὶ Θεογνωσία στὴν Παιδαγωγικὴ Πορεία
Κεντρικὸ στοιχεῖο τῆς θεολογίας τοῦ Παλαμᾶ εἶναι ὅτι ἡ ἀληθινὴ γνώση τοῦ Θεοῦ (θεογνωσία) δὲν ἀποκτᾶται διὰ νοητικῶν συλλογισμῶν μόνων, ἀλλὰ διὰ ζωντανῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας. Ὁ Παλαμᾶς ἀξιοποιεῖ τὴν παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων ὡς παιδαγωγεῖον, ὅπου ὁ πιστὸς μαθητεύει βιωματικῶς στὰ θεῖα. Ἐπισημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ὑπεράνω κάθε ἀνθρωπίνου νοῦ καὶ λόγου, καὶ δὲν προσεγγίζεται ἐπαρκῶς μὲ διαλεκτικὴ ἢ ἀποδεικτικὴ μέθοδο. Ἡ θεογνωσία, κατὰ τὸν Παλαμᾶ, προϋποθέτει μιὰ «θέαν ἄνωθεν παραγενέσθαι καὶ φῶς ἀναλάμψαι νοερὸν», τουτέστιν τὴν παρέμβαση τοῦ θεοῦ μὲ φωτισμὸ ἐσωτερικό, δι’ οὗ ὁ ἄνθρωπος συζυγεῖται τοῖς θείοις. Ἐκ τῆς προσωπικῆς του μυστικῆς ἐμπειρίας (τῆς θεάσεως τοῦ ἀκτίστου φωτός) ὁ Παλαμᾶς γνωρίζει ὅτι ἡ ἐμπειρία ἐπιβεβαιοῖ ἀσάλευτα τὴν καρδία ἐν τῇ ἀληθείᾳ, ἐνῶ ὁ καθαρὸς θεωρητικὸς λόγος ἀδυνατεῖ νὰ παράσχῃ βεβαίαν γνώμην, καθότι κάθε ἀνθρώπινος λόγος ἀντιπαλεύεται ὑπὸ ἄλλου λόγου. Ὁ ἄνθρωπος «ἔργῳ πεπεισμένος» - δηλαδὴ κατὰ τὴν πράξη καὶ τὴν πείρα - μένει στερεὸς στὴν ἀλήθεια, ἐνῶ οἱ “λογικαῖς ἀποδείξεσιν ἐπερειδόμενοι” περιτραπήσονται ἀργά ἤ γρήγορα. Ἀυτὴ ἡ διάκριση ἀποκτά παιδαγωγικὴ σημασία: ὁ Παλαμᾶς διδάσκει ὅτι ὁ πιστὸς μαθητεύει στὴν θεολογία πρώτιστος διὰ τῆς ἐμπειρίας τοῦ Θεοῦ, ὄχι μὲ ψυχρὰ θεωρητικά σχήματα.
Ἀποδοχὴ τῆς Θείας Χάριτος ὡς Δύναμης Ἐσωτερικῆς Ἀνακαινίσεως
Ἡ μεταμόρφωσις τοῦ ἀνθρώπου προυποθέτει τὴν συνέργεια θείας χάριτος καὶ ἀνθρωπίνης ἐλευθερίας. Ὁ Παλαμᾶς ἐπιμένει στὸ ὅτι “καλὸν χάριτι βεβαιοῦσθαι τὴν καρδίαν” κατὰ τὸν λόγον τοῦ Ἀποστόλου. Ἡ θεία χάρις, οὐσα ἄκτιστος ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι ἀπλὸν ψυχολογικὸ στήριγμα, ἀλλὰ ἡ πραγματικὴ δύναμις ποὺ ἀνακαινίζει τὸν ἔσω ἄνθρωπο. Στὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση – τῆς ὁποίας ὁ Παλαμᾶς εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἐκφραστὴς – διδάσκεται ὅτι μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν κάθαρση τῆς καρδίας, ὁ πιστὸς δέχεται μὲτὰ ταπεινώσεως τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ χάρις αὕτη φωτίζει τὸν νοῦν, ἐμπνέει τὴν ἀληθινὴ μετάνοια καὶ ἀλλοιώνει θετικά τὸ ἦθος. Κατὰ τὸν Παλαμᾶ, ἡ θεία ἐνέργεια μυστικῶς ἐνεργεῖ ἐν τῇ καρδίᾳ, καθιστῶντας τὸν ἄνθρωπο “ἀγγελοειδῆ τε καὶ θεοειδῆ”. Οἱ ἅγιοι – ὡς αὐτὸς σημειώνει – ἀπέκτησαν αἴσθησιν πνευματικήν τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ βίωσαν τὴν ἄκτιστη λαμπρότητα τῆς χάριτος, ἣ “τῇ ἑνώσει χάριτι λαμπρύνει ἀπορρήτως τοὺς μετέχοντας”. Ἔτσι, ἡ παιδαγωγικὴ ὁδός τοῦ Παλαμᾶ περνᾷ μέσα ἀπό τὴν ἀποδοχὴ τῆς χάριτος: ὁ ἄνθρωπος προσφέρει τὴν προαίρεση καὶ τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα, καὶ ὁ Θεὸς προσφέρει τὴν χάρη, ποὺ δρα μεταμορφωτικὰ ἐντός μας. Ἡ βεβαίωσις τῆς καρδίας διὰ θείας χάριτος ἀποτελεῖ τὸ ἀκλόνητο θεμέλιο τῆς καινῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ.
Ἀπόρριψη τῆς Κοσμικῆς Παιδείας ὅταν ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν Ἀρετή
Ὁ Παλαμᾶς, παρ’ ὅτι ὁ ἴδιος εἶχε λάβει καὶ κοσμικὴν παιδείαν (ἐκπαίδευση στὰ γράμματα τῆς ἐποχῆς του), παροτρύνει σὺν τόνοις ὅτι ἡ θύραθεν σοφία (κοσμικὴ σοφία) δὲν πρέπει νὰ θεωρεῖται πανάκεια. Ἐπικαλεῖται μάλιστα τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος ὀνομάζει “σαρκικὴν σοφίαν” τὴν κοσμικὴ μόρφωση ποὺ φουσκώνει τὸν ὄντα μὴ ἔχοντα τὸ Πνεῦμα. Οἱ ὑπέρμαχοι τῆς ἔξω παιδείας τὸν καιρὸ ἐκείνο ἰσχυρίζονταν ὅτι κανείς δὲν μπορεῖ νὰ φθάσει στὴν ἀλήθεια χωρὶς τὶς ἐπιστήμες καὶ τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία. Ὁ Παλαμᾶς ἀντιτάσσεται διότι βλέπει ὅτι αὐτὴ ἡ προσκόλληση μπορεῖ νὰ θηρεύει μᾶλλον ἀγνωσίαν ἢ γνώσιν. Συγκεκριμένως λέγει πρὸς τοὺς θαυμαστὲς τῶν ἔξω σοφῶν: «Οὐ μᾶλλον γνώσιν ἢ ἀγνωσίαν ἐκ τούτων ὑμῖν αὐτοῖς περιποιεῖσθε», διότι οἱ κοσμικές φιλοσοφικὲς διδασκαλίες ἀλληλοσυγκρούονται καὶ δὲν ὁδηγοῦν σε μία ἐνιαία ἀλήθεια. Ἐὰν ἡ κοσμικὴ παιδεία ὑπερισχύει κατὰ τρόπον ποὺ περιφρονῇ τὴν εὐαγγελικὴν ἀλήθεια καὶ ζωὴν, τότε ὁ Παλαμᾶς τὴν ἀπορρίπτει ρητῶς. Ὁ στόχος δὲν εἶναι νὰ ἀγνοηθεῖ ἡ χρήσιμη γνώση, ἀλλὰ νὰ τεθεῖ στὴν ὑπηρεσία τῆς πνευματικῆς καλλιέργειας. Ἄλλως, μία μονομερὴς «γραμματικὴ» μόρφωση χωρὶς θεογνωσία δύναται νὰ καταστῇ μάταιη καύχηση. Ὡς συμπεραίνει ὁ ἅγιος, «ἡ τοῦ κόσμου σοφία οὐ σοφὴν ἀπεργάσεται τὴν διάνοιαν» (δηλ. δὲν μπορεῖ νὰ καταστήσει τὸν νοῦ ἀληθινὰ σοφό). Ἀληθινὴ σοφία, κατ’ αὐτόν, εἶναι ἡ οὐράνια καὶ πνευματική σοφία, ἡ «παρὰ Θεοῦ καὶ πρὸς Θεὸν ἐρχομένη», ἡ ὁποία τοὺς κτησαμένους αὐτὴν “Θεῷ συμμόρφους ἀποδεικνύει”. Ἐν κατακλείδι, ὁ Παλαμᾶς παιδαγωγεῖ τὸν πιστὸ νὰ διακρίνῃ τὴν ἀληθινὴν σοφίαν ἀπὸ τὴν ψευδο-σοφίαν: νὰ μὴν παρασύρεται ἀπὸ κοσμικὲς γνώσεις ποὺ δὲν ὠφελοῦν τὴν ψυχή, ἀλλ’ ἀντιθέτως νὰ θέτῃ τὴν θεία σοφία (τὴν ἐν Χριστῷ παιδεία) ὑπὲρ πᾶσαν ἄλλην μάθηση.
Προτεραιότητα τῆς Πράξεως καὶ τῆς Ἡσυχαστικῆς Ἐμπειρίας ἔναντι τῆς Διανοητικῆς Γνώσεως
Ἡ παιδαγωγικὴ μεθοδολογία τοῦ Παλαμᾶ δίδει σαφῆ προτεραιότητα στὴν πράξη τῆς ἀρετῆς καὶ στὴν ἐσωτερικὴ ἡσυχία (κάθαρση καὶ προσευχή), ὡς ὁδὸ πολυτιμότερη ἀπὸ τὴν ἀποκλειστικῶς διανοητικὴ προσέγγιση. Ὁ ἅγιος δὲν ἀμφισβητεῖ τὴν ἀξία τοῦ ὀρθοῦ λόγου, ἀλλ’ ὑπογραμμίζει ὅτι ὁ διεφθαρμένος ἄνθρωπος δὲν θεραπεύεται διὰ θεωρίας μόνῃ, ἀλλὰ διὰ πράξεως καὶ θείᾳ βοηθείᾳ. Εὑστοχῶς ἐρωτᾷ: «Διά τί μὴ ἀδιδάκτως ἐνορῶμεν ταύτας [τὰς εἰκόνας τῶν θείων λόγων], ἐν ἡμῖν αὐτοῖς οὔσας ἐντετυπωμένας; Οὐχ ὅτι τὸ παθητικὸν μέρος τῆς ψυχῆς κακῶς ἐπαναστὰν αὐτὰς τε διέστρεψε καὶ τὸ διορατικὸν αὐτῆς συνέχεε;». Ἡ ἁμαρτία δηλαδὴ καὶ τὸ ἀκάθαρτο πάθος σκοτίζουν τὴν ἔμφυτη «εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ μέσα μας. Ἐπομένως, ἀντί νὰ ζητεῖ ὁ ἄνθρωπος ψυχρὰ σχήματα γνώσεως, πρέπει πρῶτα νὰ θεραπεύσει τὴν ψυχὴν του ἀπὸ τὴν ἀμαρτία. «Οὐκοῦν τούτου παντὸς μᾶλλον ἐπιμελητέον,» γράφει, «καὶ τῆς ἁμαρτίας ἀφεκτέον καὶ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν διὰ πράξεως ἀναγνωστέον καὶ ἀρετῆς πάσης ἀνθεκτέον καὶ δι’ εὐχῆς καὶ θεωρίας ἀληθοῦς ἐπανιτέον πρὸς Θεόν». Ἡ ἔμφασις αὐτή στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν (πράξις) καὶ στὴν προσευχητικὴ θεωρία εἶναι καθοριστική: μὲ τὴν κάθαρση καὶ τὴν προσευχὴ ὁ νοῦς φωτίζεται πραγματικὰ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα. Ὅπως χαρακτηριστικὰ διδάσκει, χωρὶς καθαρότητα καρδίας ἀκόμη καὶ ἂν μάθῃς ὅλην τὴν κοσμικὴν φιλοσοφίαν, μωρός θὰ μείνῃς μάλλον ἢ σοφός· ἐὰν δὲν κατέχεις τὴν ἁρετήν, ἡ γνώση αλοιώνει ἀλλ’ οὐ σωφρονίζει. Ἀντιθέτως, «καθαρθεὶς καὶ τῶν πονηρῶν ἠθῶν καὶ δογμάτων ἀπαλλάξας τὴν ψυχήν, τὴν νικῶσαν τὸν κόσμον τοῦ Θεοῦ σοφίαν κτήσῃ». Ἐνταῦθα βλέπομεν τὴν κλασικὴ ὀρθόδοξη παιδαγωγικὴ γραμμή: πρῶτα ἔρχεται ἡ κάθαρσις διὰ τῆς πράξεως (ἀσκητικὸς ἀγών, ἐντολές), μετὰ ἡ φώτισις διὰ τῆς θεωρίας (πνευματικὴ ἐνατένιση τοῦ Θεοῦ), καὶ τέλος ἡ θέωσις. Στὴν πορεία αὐτὴν ὁ ρόλος τοῦ διδασκάλου-πνευματικοῦ εἶναι νὰ καθοδηγεῖ τοὺς πιστοὺς στὴν πράξη τῶν ἐντολῶν καὶ στὴν ἐμπειρία τῆς χάριτος, ἀντὶ νὰ περιορίζεται σὲ διανοητικὲς ἀναλύσεις.
Παιδαγωγικὴ Ἐφαρμογὴ στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Κοινωνία
Τὰ παιδαγωγικὰ αὐτὰ διδάγματα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ δὲν ἀφοροῦν μόνο μοναχούς ἢ θεωρητικοὺς κύκλους, ἀλλὰ ἔχουν εὐρύτερη ἐμβέλεια στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν χριστιανικὴ κοινωνία. Ὁ Παλαμᾶς ὡς ποιμενάρχης (ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης) ἐφάρμοσε αὐτὴν τὴν θεολογικὴ παιδαγωγία στὸ ποίμνιό του διὰ τῆς διδασκαλίας καὶ τῶν ὁμιλιῶν του. Στὰ κηρύγματά του πρὸς τὸν λαὸ τόνιζε τὴν σημασία τῆς μετανοίας, τῆς προσευχῆς, τῆς νηστείας καὶ γενικὰ τῆς ἐν Χριστῷ βιωτῆς. Ἐδίδασκε ὅτι ἡ ἀληθινὴ παιδεία γιὰ τὸν καθένα – ἀνεξαρτήτως μορφώσεως – εἶναι νὰ γνωρίσει βιωματικὰ τὸν Θεὸ καὶ νὰ πορεύεται μετὰ πίστεως καὶ ἔργων ἀγάπης. Ἡ κοσμικὴ γνώση χωρὶς τὴν ἀρετὴ δὲν μπορεῖ νὰ δημιουργήσει ἐν Χριστῷ πολιτισμό. Ἡ κοινωνικὴ παιδαγωγική τοῦ Παλαμᾶ θὰ ἔλεγε κανείς ὅτι συνίσταται στὸ νὰ διαμορφώσει μιὰ κοινότητα πιστῶν ποὺ προτάσσει τὰς εὐαγγελικὲς ἀξίες. Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος, σύμφωνa μὲ τὴν παλαμικὴ σκέψη, γίνεται φορέας μεταμορφώσεως καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους γύρω του: ἐν τῷ βαθμῷ ποὺ παιδαγωγεῖται ὁ ἴδιος στὴν ἐν Χριστῷ ζωή, ἀκτινοβολεῖ φῶς (οὐχί ἄκτιστον κυριολεκτικά, ἀλλὰ τὴν χάριν καὶ τὴν ἀρετὴ) καὶ ἐπιδρᾷ θετικά στὴν κοινωνία. Ἔτσι, ἡ θεολογία τοῦ Παλαμᾶ μὲ τὰ παιδαγωγικὰ της στοιχεία προσφέρει ὄραμα καὶ γιὰ τὴν σύγχρονη ἐποχή: μιὰ παιδεία ποὺ δὲν περιορίζεται στὴ γνώση, ἀλλὰ στοχεύει στὴν καλλιέργεια ἀγίων προσώπων καὶ μιᾶς ἐνάρετης κοινωνίας.
Συμπέρασμα
Συνοψίζοντας, ἡ παλαμικὴ θεώρηση τῆς παιδαγωγίας ἀναδεικνύει μιὰ διαχρονικὴ ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας: ἡ πραγματικὴ μόρφωση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου ἐπιτυγχάνεται ὅταν φωτισθῇ ὁ νοῦς καὶ ἁγιασθῇ ὅλη ἡ ὕπαρξη διὰ τῆς χάριτος. Οὐσιώδης εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς πίστεως, ἡ θεογνωσία ἐν Πνεύματι, ἡ συνέργεια τῆς θείας χάριτος καὶ τοῦ ἀνθρωπίνου ἀγῶνος, καθὼς καὶ ἡ ὑπαγωγὴ πάσης γνώσεως στὴν διακονία τῆς ἀρετῆς. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς μὲ τὸν βίο καὶ τὴν διδασκαλία του ἐπαληθεύει ὅτι ἡ θεολογία δὲν ἀπευθύνεται μόνο στὸν νοῦ, ἀλλὰ παιδαγωγεῖ ψυχήν τε καὶ σώμα. Τὸ παιδαγωγικὸ του ὅραμα – νὰ μεταμορφωθοῦν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία πρὸς τὴν ἐν Χριστῷ ἁγιότητα – παραμένει ἐπίκαιρο καὶ ἀνεκτίμητο, προσφέροντας κατεύθυνση καὶ ἐλπίδα γιὰ κάθε γενεὰ ποὺ ζητεῖ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ ζωή.
Βιβλιογραφικές παραπομπές: Παλαμᾶς Γρηγόριος, Συγγράμματα (τόμοι Α΄-Β΄). Ενδεικτικά χωρία: Λόγος Ὑπὲρ τῶν Ἱερῶς Ἡσυχαζόντων (Α΄): PG 150, σ. 1144AB· Τριὰς Γ΄, 1 (Πρὸς Βαρλαάμ): ΕΠΕ 2, σ. 62-66· Ὁμιλίαι Γρηγορίου Παλαμᾶ, ἐπιμ. Π. Χρήστου (Θεσσαλονίκη: 1987).
Μ. Θ. θεολόγος - εκπαιδευτικός.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου